Από τον Οκτώβρη, οι νύχτες μου κλείνουν με αυτή την υπόσχεση. Μια υπόσχεση που για μήνες, ήταν ο λόγος που είχα για να περιμένω την επόμενη μέρα. Ο μόνος λόγος που υπήρχε, έτσι τουλάχιστον πίστευα τότε.
«Θα τα πούμε αύριο!».



Έκλεινα με θαυμαστικό, για να κρύψω το ερωτηματικό και την αγωνία μου. «Θα είστε εδώ αύριο; Θα με περιμένετε; Θα με ακούσετε; Θα μου μιλήσετε;». Και την παράκληση μαζί με την ευχή. «Ας είστε!».
Είχα μάθει να έχω τον άνθρωπό μου, να νιώθω ασφαλής για το μέλλον, να μοιράζομαι, να ονειρεύομαι. Ήμουν καλά στο δικό μου μικρόκοσμο και ξαφνικά ήρθε η ανατροπή και μαζί με αυτή, ο πόνος της έλλειψης συνοδευόμενος από  όλους τους φόβους για το άγνωστο που με περίμενε. Μία μεγάλη γυναίκα, λεσβία, στην επαρχία, χωρίς κύκλο και διασυνδέσεις. Χωρίς μέλλον. Προσπαθούσα να σηκώσω το βάρος μιας ύπαρξης που δεν ήθελα πια, με όλους τους μελοδραματισμούς που συνοδεύουν αυτές τις καταστάσεις. Ακραίο μελό, χωρίς θεατές, μέσα σε ατέλειωτες σιωπές και με ένα μυαλό κολλημένο στα ίδια «γιατί».
Φτάνοντας στο όριά μου, είχα την έμπνευση να απευθυνθώ σε μία, τότε γνωστή τώρα πια φίλη,  που μου έδωσε, εκτός από τη στήριξή της, το σύνδεσμο για το τσατ, www.lesdar.gr .
Μπήκα με επιφυλάξεις, χωρίς να πιστεύω ότι τολμώ κάτι τέτοιο, θεωρώντας το ως υποχώρηση στις πεποιθήσεις μου. Μπήκα σίγουρη ότι θα εισπράξω μία ακόμη απογοήτευση. Στην προσπάθειά μου όμως να βοηθήσω τον εαυτό μου, ήμουν αποφασισμένη να καταφύγω και σε αυτή την ύστατη λύση.
Πληγωμένη, περιχαρακωμένη, απορριπτική, εχθρική, ολίγον σνομπ και με όλες τις προκαταλήψεις μου αφυπνισμένες, με βρήκε το πρώτο καλωσόρισμα της Ρο και αμέσως μετά της Taboo.
Γινόμουν ορατή σε έναν αόρατο κόσμο, τη στιγμή, που για χρόνια, ήμουν αόρατη στη δική μου, «πραγματική» ζωή. Περίεργη εξέλιξη.
Κράτησα τα προσχήματα και χαιρέτησα, έτοιμη να αποσυνδεθώ και να φύγω τρέχοντας στην πρώτη δυσκολία. Δεν το έκανα. Δε χρειάστηκε να το κάνω, παρ’ όλο που, όταν μιλούσαν οι γυναίκες εκείνης της πρώτης νύχτας με τα περίεργα ονόματα, ήταν αδύνατο να καταλάβω τα σοβαρά και τα αστεία τους. Εκείνες ήταν παρέα, ενώ εγώ όχι.
Την επόμενη νύχτα, προσπάθησα να πάρω μέρος σε κάποια από τις συζητήσεις. Υπήρξα από προσεκτική, μέχρι άγαρμπη και αγενής. Μου έβγαινε ο θυμός για τη δική μου κατάσταση. Με ανέχτηκαν, με άκουσαν, με σεβάστηκαν. Δεν το ξεχνώ.
Άρχισα να μαθαίνω ονόματα, να διακρίνω χαρακτηριστικά, να κατανοώ ότι έχω να κάνω με οντότητες και όχι με φαντάσματα του διαδικτύου.
Άρχισα να γίνομαι ανθρώπινη ξανά.
Μιλούσα ασταμάτητα, με άκουγαν. Περνούσα την πιο εγωκεντρική φάση της ζωής μου, ήταν μαζί μου υπομονετικές. Δε με χαϊδολόγησαν, με στήριξαν με την αλήθεια τους και με τα βιώματά τους. Με ευγένεια. Άρχιζε ο πάγος να λιώνει. Ακούγαμε μαζί μουσική, κάναμε αφιερώσεις, γινόμασταν φίλες.  Γιόρτασαν τα γενέθλιά μου μαζί μου σαν άνθρωποι δικοί μου. Από november20, γινόμουν nov και novaki. Οικειότητα.
Μια νύχτα, έπιασα τον εαυτό μου, μετά από πολύ – πολύ καιρό, να γελάει. Άρχιζε το φως. Κάτι άλλαζε επιτέλους στη ζωή μου.
Τις περιμένω τις νύχτες. Περιμένω τις συζητήσεις μας, τα πειράγματά μας, τα αστεία μας. Είναι οι ώρες που περνάω με την παρέα μου.
Σκέφτομαι ότι αν είχα μπει στο τσατ πριν καιρό και όχι λόγω του χωρισμού, θα ήμουν ίσως καλύτερη και στη σχέση μου και στη ζωή μου, γιατί θα μοιραζόμουν πράγματα που δεν είχα με ποιον να τα μοιραστώ, θα είχα διευρύνει τον κύκλο και τους ορίζοντές μου. Όμως, ποτέ δεν είναι αργά.
«Παιδιά, πέρασε η ώρα και έχω πρωινό ξύπνημα. Πάω για ύπνο. Καληνύχτα και όνειρα όμορφα. Θα τα πούμε αύριο!».


 
                                 
november20